- Ανδηγαυία
- (Anjou). Περιοχή της βορειοδυτικής Γαλλίας, κυρίως πεδινή ή λοφώδης, που τη διαρρέουν από τα Α στα Δ ο Λίγηρας (Λουάρ) και μερικοί παραπόταμοί του, μεταξύ των οποίων και ο Μεν, που σχηματίζεται στα κατάντη του Ανζέ από τη συμβολή του Σαρτ και του Μαγιέν. Ο πληθυσμός ασχολείται κυρίως με τη γεωργία και ζει κατά κανόνα σε μικρά αγροτικά κέντρα ή σε αγροικίες σκόρπιες στον κάμπο. Ιστορική πρωτεύουσα της περιοχής είναι το Ανζέ (156.327 κάτ. το 1999), πρωτεύουσα του νομού Μεν-ε-Λουάρ (7.166 τ. χλμ., 732.942 κάτ. το 1999). Είναι αρχαία πόλη (η ρωμαϊκή Juliomagus)που απέκτησε μεγάλη σημασία στον Μεσαίωνα όταν είχε γίνει έδρα δουκάτου. Σήμερα είναι εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο. Από τα μνημεία της τα σπουδαιότερα είναι o γοτθικός ναός του Αγίου Μαυρικίου (12ος-13ος αι.), ο μεγαλοπρεπής πύργος του 12ου αι., που φιλοξενεί πλουσιότατη συλλογή τοιχογραφιών, και το παλιό νοσοκομείο του Αγίου Ιωάννη (12ος αι.), όπου στεγάζεται το Αρχαιολογικό Μουσείο. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει και το Μουσείο Καλών Τεχνών της πόλης. Από τους πύργους των περιχώρων του Ανζέ ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν εκείνοι του Πλεσί-Μπουρέ, του Μπρισάκ και του Σεράν. Άλλα σημαντικά αστικά κέντρα της περιοχής είναι το Λα Φλες (15.000 κάτ.) στον ποταμό Λίγηρα, το Σατό-Γκοντιέ (8.000 κάτ.) με παλαιά κτίρια, όπως o ρομανικός ναός του Αγίου Ιωάννη, το Σομίρ (30.150 κάτ.) και το Σολέ (45.000 κάτ.), κέντρο μεγάλης υφαντουργικής βιομηχανίας.
Ιστορία. Η Α. κατοικήθηκε αρχικά από τις κελτικές φυλές των Ανδηγαυών και κατακτήθηκε το 51 μ.Χ. από τους Ρωμαίους. Τον 5o αι. μ.Χ. δέχτηκε διαδοχικά τις επιδρομές των Αλανών, Σουήβων και Σαξόνων και τελικά κατακτήθηκε από τους Φράγκους και έγινε κομητεία την εποχή του Καρλομάγνου. Η κομητεία αυτή έδωσε το όνομά της σε τέσσερις φεουδαρχικούς οίκους, από τους οποίους o σπουδαιότερος είναι ο τρίτος, των Καπετιδών, με αρχηγό τον Κάρολο, αδελφό του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου Θ’. Η δράση του Καρόλου συνδέεται άμεσα με την ιστορία του Βυζαντίου. Με την ενίσχυση και παρότρυνση του πάπα, πήρε από τον τελευταίο Χοχενστάουφεν, ύστερα από τη μάχη του Βενεβέντου (1266), τη Νάπολη και τη Σικελία και έγινε έτσι βασιλιάς των Δύο Σικελιών· στη συνέχεια, άρχισε να οργανώνει σχέδιο επανίδρυσης της λατινικής αυτοκρατορίας της Ανατολής. Ύστερα από συμφωνία με τον έκπτωτο Λατίνο αυτοκράτορα Βαλδουίνο B’, ο τελευταίος τού μεταβίβασε τα δικαιώματά του στις φραγκικές κτήσεις της παλαιάς Λατινικής αυτοκρατορίας, ενώ κράτησε για τον εαυτό του μόνο τα δικαιώματα στην Κωνσταντινούπολη και σε ορισμένα νησιά του Αιγαίου, στην ανάκτηση των οποίων ανέλαβε να βοηθήσει ο Κάρολος.
Ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Μιχαήλ H’ προσπάθησε με διπλωματικές ενέργειες να αντιμετωπίσει τα απειλητικά σχέδια του Καρόλου, ενώ ο τελευταίος άρχισε την πραγματοποίησή τους με την κατάληψη της Κέρκυρας (1267), που την κράτησαν οι Ανδηγαυοί έως το 1386. Ο διωγμός των ορθοδόξων, η κατάργηση του μητροπολίτη και ο διορισμός Λατίνου αρχιεπισκόπου είναι μέτρα που έλαβε ο Κάρολος κυρίως για να γίνει αρεστός στον πάπα, ενώ αντίθετα ο Μιχαήλ προσπάθησε με συζητήσεις για την ένωση των Εκκλησιών να τον εξευμενίσει και να πετύχει ευνοϊκή μεσολάβησή του στον Κάρολο. Από το 1270, η δράση του Καρόλου εντάθηκε, με την κατάληψη του Δυρραχίου και την υποταγή των Αλβανών. Παρά τις στρατιωτικές επιτυχίες του Μιχαήλ, ο Κάρολος, που στο μεταξύ είχε αναγνωριστεί από τον Φράγκο ηγεμόνα του πριγκιπάτου της Αχαΐας επικυρίαρχος, έγινε απειλητικότατος, όταν οργάνωσε συμμαχίες με τους Σέρβους, τους Βουλγάρους, τους Βενετούς και τους ηγεμόνες των φραγκικών κτήσεων (1281) για την επίθεσή του εναντίον του Βυζαντίου. Η φοβερή επανάσταση που ξέσπασε στη Σικελία (1282) εναντίον των Ανδηγαυών, γνωστή ως Σικελικός Εσπερινός, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να χάσει ο Κάρολος την κυριαρχία του νησιού, υπήρξε αποφασιστικής σημασίας για τη σωτηρία του Βυζαντίου. Στην οργάνωση της επανάστασης αυτής, που κατάργησε την ανδηγαυική κυριαρχία και έδωσε τη θέση της στην αραγονική, έλαβε μέρος και ο ίδιος ο Μιχαήλ Η’, που έβλεπε την απώλεια της Σικελίας ως το αποτελεσματικότερο μέσο για την εξουδετέρωση του σχεδίου του Καρόλου.
Οι τελευταίοι φεουδάρχες της Α., οι Βαλουά, άσκησαν την εξουσία με τον τίτλο του δούκα απότο 1360 έως το 1480, όταν o Λουδοβίκος ΙΑ’, που πολέμησε για την κατάργηση της φεουδαρχίας και τη δημιουργία ισχυρής κεντρικής εξουσίας, ένωσε τελικά την Α. με το γαλλικό στέμμα.
Ο Κάρολος Α’, ιδρυτής του τρίτου φεουδαρχικού οίκου της Ανδηγαυίας, βασιλιάς της Σικελίας και της Νάπολης, σε γλυπτό του Αρνόλφο ντι Κάμπιο (Pallazzo dei Conservatori, Ρώμη· φωτ. Sef).
Dictionary of Greek. 2013.